Σάββατο, Απριλίου 29, 2006

WALKING AROUND Πάμπλο Νερούδα

Συμβαίνει πως κουράζομαι να ‘μαι άνθρωπος.
Συμβαίνει πως μπαίνω σε ραφτάδικα και σινεμάδες
μαραμένος, αδιαπέραστος, σαν ένας κύκνος από τσόχα
πλέοντας σ’ ένα νερό από καταγωγή και στάχτη.

Η οσμή από τα κομμωτήρια με κάνει να κλαίω με κραυγές.
Μονάχα θέλω μια ξεκούραση από πέτρες ή από μαλλί,
μονάχα θέλω να μη βλέπω καταστήματα και κήπους,
ούτε εμπορικά, διόπτρες, κι ασανσέρ.

Συμβαίνει πως κουράζομαι απ’ τα πόδια και τα νύχια μου
κι απ’ τα μαλλιά και τη σκιά μου.
Συμβαίνει πως κουράζομαι να ‘μαι άνθρωπος.

Όμως θα ήταν νόστιμο
να τρομάξω ένα συμβολαιογράφο μ’ έναν κομμένο κρίνο
ή θάνατο να δώσω σ’ ένα μοναχό μ’ ένα χτύπημα του αυτιού.
Θα ‘ταν ωραίο
να πηγαίνω στους δρόμους μ’ ένα μαχαίρι πράσινο
και βγάζοντας κραυγές ως να πεθάνω από το κρύο.

Δεν θέλω άλλο να ‘μαι ρίζα μες στις καταχνιές,
αβέβαιος, απλωμένος, τρέμοντας από όνειρο,
προς τα κάτω, στα μουσκεμένα έντερα της γης,
απορροφημένος, σκεπτικός, τρώγοντας κάθε μέρα.

Δεν θέλω για μένα τόσες δυστυχίες.
Δεν θέλω να συνεχίσω από ρίζα κι από τάφο,
από υπόγειο μόνος, από κελάρι με νεκρούς,
κοκαλωμένος, να πεθαίνω από πόνο.

Γι αυτό η Δευτέρα καίγεται σαν το πετρέλαιο
όταν με βλέπει να ‘ρχομαι με πρόσωπο από φυλακή,
κι ουρλιάζει στο πέρασμά της σαν μια ρόδα πληγωμένη,
και κάνει βήματα από ζεστό αίμα προς τη νύχτα.

Και με σπρώχνει σε κάποιες γωνιές, σε κάποια υγρά σπίτια,
σε νοσοκομεία όπου τα οστά βγαίνουν στο παράθυρο,
σε κάποια παπουτσάδικα με οσμή από ξύδι,
σε δρόμους φοβερούς σαν ουλές.

Υπάρχουνε πουλιά σε χρώμα από θειάφι και τρομεροί απροορισμοί
κρεμασμένοι από τις πόρτες των σπιτιών που μισώ,
υπάρχουν οδοντοστοιχίες ξεχασμένες σε μια καφετιέρα,
υπάρχουνε καθρέφτες
που θα ‘πρεπε να κλαίγανε από ντροπή και φόβο,
υπάρχουνε ομπρέλες σ’ όλα τα μέρη, και δηλητήρια, κι υποχρεώσεις.

Εγώ περνάω με ηρεμία, με μάτια, με παπούτσια,
με μανία, με λησμονιά,
περνάω, διασχίζοντας γραφεία και μαγαζιά ορθοπεδικής,
και αυλές όπου υπάρχουν ρούχα κρεμασμένα απόνα σύρμα:
σώβρακα, πετσέτες και πουκάμισα που κλαίνε
αργά βρώμικα δάκρυα.

Μετ. Β.Λ.

3 Comments:

Anonymous Ανώνυμος said...

Να σημειώσουμε την πολύ καλή μετάφραση του Β.Λ. του πρώτου πρώτου βιβλίου του Νερούδα που κυκλοφορεί σε μια πολύ φροντισμένη έκδοση από το Ιδεόγραμμα.


Βολκώφ

6:57 μ.μ.  
Blogger kira said...

Ευχαριστώ!Λατρεύω τον Πάμπλο Νερούδα.

7:07 π.μ.  
Blogger Περιπετών said...

Μου επιτρέπετε μια μετάφραση ενός σονέτου του Νερουδα που εδώ που βρίσκομαι δεν μπόρεσα να βρω στα ελληνικά και το μετέφρασα μόνος μου.

Σονέτο αγάπης LXXXI Sonneto de amor

Και τώρα πια είσαι δική μου. Αναπαύσου μέσ'στ'όνειρό μου μαζί με το δικό σου.
Αγάπη, πόνος, δουλειά, ας κοιμηθούν τώρα.
Κυλά η νύχτα πάνω στους αόρατους τροχούς της,
και συ δίπλα μου είσαι αγνή σαν κοιμούμενο ήλεκτρο.

Καμία άλλη, αγάπη μου, δεν θα κοιμηθεί μεσ' στα όνειρά μου.
Θα πας, μαζί θα πάμε στου χρόνου τα ύδατα.
Καμία άλλη δεν θα ταξιδέψει στις σκιές μαζί μου,
μονάχα εσύ, αειθαλής, παντοτινός ήλιος, παντοτινή σελήνη.

Τα χέρια σου ήδη άνοιξαν τις εύθραυστες γροθιές τους
κι αφήνουν τ'απαλά τους σημάδια να πέσουν δίχως πορεία,
τα μάτια σου κλείνουν σαν δυό γκρίζα φτερά,

καθώς εγώ ακολουθώ το νερό που βαστάς και με μεταφέρει:
Η νύχτα, ο κόσμος, ο άνεμος τυλίγουν το πεπρωμένο τους,
και πια, χωρίς εσένα, δεν είμαι παρά μονάχα τ' όνειρό σου.

Από τα αγαπημένα μου ποιήματά του..

9:14 π.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home